Η δυσπραξία είναι μία κινητική διαταραχή της ομιλίας, η οποία επηρεάζει το προγραμματισμό και το συντονισμό των διαδοχικών κινήσεων για τη παραγωγή της ομιλίας.

Είναι μία πάθηση του κεντρικού νευρικού συστήματος και το παιδί έχει αδυναμία να οργανώσει και να εκτελέσει τις αρθρωτικές κινήσεις για να βάλει στη σειρά και να παράγει ήχους, συλλαβές και λέξεις.

Σε ένα παιδί με δυσπραξία δεν υπάρχουν ενδείξεις για βλάβη στους μύες του αρθρωτικού μηχανισμού.

Αίτια

Τα αίτια αυτής της διαταραχής δεν έχουν αποσαφηνιστεί, ωστόσο φαίνεται να υπάρχει γενετικό και νευρολογικό υπόβαθρο. Η δυσπραξία παρατηρείται πιο συχνά στα αγόρια.

Στη βρεφική ηλικία, το παιδί κατά τη διάρκεια του «βαβίσματος» παράγει λίγες φωνούλες και αργεί να εκφέρει τις πρώτες λέξεις. Μπορεί να διαθέτει ένα περιορισμένο εύρος φθόγγων.

Βασικό χαρακτηριστικό είναι η αστάθεια και η ποικιλομορφία στα λάθη που κάνει, καθώς το παιδί μπορεί να παράγει μία λέξη σωστά σε ένα περιβάλλον και να τη παράγει λάθος σε άλλο περιβάλλον.

Το παιδί παρουσιάζει δυσκολία στη μίμηση λέξεων και φράσεων και στον αυθόρμητο λόγο όσο μεγαλώνει το μήκος των λέξεων, των φράσεων και των προτάσεων παρατηρούνται περισσότερα λάθη. Συχνά, παραποιούνται τα φωνήεντα και γίνονται αντικαταστάσεις και παραλείψεις φθόγγων. Η ομιλία του παιδιού είναι δυσκατάληπτη.

Άλλο χαρακτηριστικό είναι η δυσκολία στη διαδοχοκίνηση. Αν ζητήσουμε από το παιδί να επαναλάβει αλληλουχία συλλαβών π.χ. «πα – τα – κα» 3 φορές θα δυσκολευτεί πολύ.

Τέλος, μπορεί να επηρεαστούν τα προσωδιακά στοιχεία της ομιλίας και να υπάρχουν δυσκολίες με τον τόνο, το ρυθμό και τον επιτονισμό.

Μπορεί να συνυπάρχει και στοματική δυσπραξία, δηλαδή δυσκολία στην εκούσια οργάνωση των κινήσεων των αρθρωτών, ενώ η αυτοποιημένη – ακούσια κίνηση είναι φυσιολογική.

Για παράδειγμα, μπορεί ακούσια να χαμογελάσει , αλλά όταν το ζητήσουμε να το κάνει εκούσια μπορεί να μη τα καταφέρει ή αν ζητήσουμε από το παιδί να κουνήσει τη γλώσσα πάνω κάτω, δυσκολεύεται να αντιγράψει τις κινήσεις των οργάνων του στόματος.

Επίσης, μπορεί να συνυπάρχει δυσκολία κινητικού συντονισμού. Μπορεί να παρατηρηθεί ιστορικό προβλημάτων λόγου και ομιλίαςκαθυστερημένη γλωσσική ανάπτυξη, καθώς και δυσκολίες στην ανάγνωση και στη γραφή.

Διάγνωση

Στην αξιολόγηση παίρνουμε ένα λεπτομερές ιστορικό και δίνουμε έμφαση σε ερωτήσεις για το προγεννητικό και περιγεννητικό ιστορικό, για τη πρώιμη ανάπτυξη της ομιλίας και το βάβισμα, για πιθανές δυσκολίες στη λήψη τροφής, σιελόρροια, καθώς και για τις στοματοκινητικές δεξιότητες του παιδιού.

Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε εάν η ακοή του παιδιού είναι φυσιολογική και ποια είναι η γενική κινητική και γλωσσική του ανάπτυξη.

Ελέγχουμε τις εκούσιες, μη λεκτικές – στοματοκινητικές δεξιότητες του παιδιού και αξιολογούμε τη διαδοχοκίνηση και την αλληλουχία των κινήσεων μη λεκτικά, αλλά και λεκτικά και εξετάζουμε κατά πόσο το παιδί μπορεί να επαναλάβει ήχους και συλλαβές με μέγιστη ταχύτητα διατύπωσης.

Όσον αφορά στην αξιολόγηση της εκφοράς τους λόγου γίνεται σε πολλά επίπεδα: μεμονωμένος ήχος, συλλαβή, μία λέξη, φράση – πρόταση, αυθόρμητος λόγος.

Χρησιμοποιούμε το φωνολογικό τεστ για να αναλύσουμε τη φωνολογία και την άρθρωση του παιδιού. Αξιολογούμε τη προσωδία, τη φωνή και τις δεξιότητες φωνολογικής επίγνωσης σε μεγαλύτερα παιδιά.

Θεραπεία

Η λογοθεραπευτική παρέμβαση στη δυσπραξία περιλαμβάνει τις στοματοκινητικές ασκήσεις και στη συνέχεια η θεραπεία γίνεται στο επίπεδο μεμονωμένου ήχου και ακολουθούν αλληλουχίες φθόγγων.

Η θεραπεία προχωράει στο επίπεδο της λέξης, με απλή συλλαβική δομή, μετά πολυσύλλαβες λέξεις και λέξεις με συμφωνικά συμπλέγματα.

Στόχος μας είναι το παιδί να μπορεί να εκφέρει σωστά τις λέξεις στο επίπεδο της φράσης, της πρότασης και στο συνεκτικό λόγο.

Τα παιδιά με δυσπραξία χρειάζονται εντατική θεραπεία και εδραιώνουν τις νέες δεξιότητες με συνεχή επανάληψη.

Συνήθως παρουσιάζουν αργή εξέλιξη στη θεραπεία και έχουν δυσκολίες να γενικεύσουν στον αυθόρμητο λόγο τη σωστή παραγωγή των φθόγγων.