Νέα μελέτη από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον-Σεν Λιούις υποστηρίζει ότι η σχιζοφρένεια δεν είναι μια ενιαία νόσος, αλλά σύνθεση από οκτώ γενετικά διαφορετικές παθήσεις. Κάθε μία έχει το δικό της «προφίλ» συμπτωμάτων άρα-υποστηρίζουν οι ερευνητές- δεν πρέπει η θεραπεία να είναι ενιαία για όλους τους ασθενείς αλλά πιο εξατομικευμένη.
Οι ερευνητές, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό ψυχιατρικής “American Journal of Psychiatry”, ανέλυσαν τις γενετικές επιρροές σε 4.200 ανθρώπους με σχιζοφρένεια και σε 3.800 υγιείς με αποτέλεσμα να καταλήξουν σε οκτώ ξεχωριστές “συστάδες” γονιδίων κινδύνου. Μεταξύ άλλων βρήκαν σε μερικούς ασθενείς με παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις, μια ομάδα διακριτών γενετικών παραγόντων κινδύνου που αλληλεπιδρούν, έτσι ώστε να δημιουργήσουν την κατά 95% πιθανότητα εμφάνισης σχιζοφρένειας. Σε μια άλλη ομάδα ασθενών με διαταραχές λόγου και συμπεριφοράς, εντοπίστηκε μια διαφορετική “συστάδα” γενετικών παραγόντων, που ανεβάζουν στο 100% τον κίνδυνο σχιζοφρένειας.
Μολονότι κάθε ένα από τα “ένοχα” γονίδια έχει μικρή μόνο συσχέτιση με τη σχιζοφρένεια, όταν αυτά συνυπάρχουν σε διακριτές ομάδες, στο πλαίσιο των οποίων αλληλοεπηρεάζονται, τότε δημιουργείται ένας ιδιαίτερα μεγάλος κίνδυνος εμφάνισης της πάθησης, της τάξης του 70% έως 100%, σύμφωνα με τους ερευνητές. Αυτό σημαίνει ότι, πρακτικά, οι άνθρωποι με αυτές τις γενετικές προδιαγραφές πολύ δύσκολα μπορούν να αποφύγουν την σχιζοφρένεια.
Συνολικά οι Αμερικανοί επιστήμονες εντόπισαν 42 τέτοιες ομάδες γονιδίων και ευελπιστούν ότι θα μπορούν να συμβάλλουν αποφασιστικά πλέον στην πρόληψη και θεραπεία της νόσου.
Πηγή:enet.gr